Βιογραφικό

Βιογραφικό 1

Οι παππούδες μου, Μικρασιάτες από το Αϊβαλί που πέρασαν απέναντι, στη Μυτιλήνη, πριν από την Καταστροφή. Οι γιαγιάδες μου, βέρες Μυτιληνιές. Τάφοι προγόνων και στις δυο μεριές – τόσο κοντινές που τα βράδια βλέπεις τα φωτάκια ν’ ανάβουν ένα ένα από την απέναντι ήπειρο.

Γεννήθηκα στον Πειραιά. Σπούδασα νομικά και κάμποση μουσική. Έκανα λίγη δικηγορία, υπήρξα για μερικά φεγγάρια δημόσιος υπάλληλος και για πολλά χρόνια (ως τον Ιούνιο του 2014) δούλεψα μεταφράστρια στο Λουξεμβούργο και τις Βρυξέλλες.

Το 1998, από καθαρή συγκυρία, συνάντησα τον παραμυθά Ανρί Γκουγκό και βούτηξα στα βαθιά των παραμυθιών – δεν έχω αναδυθεί ποτέ. Τα παραμύθια και η αφήγησή τους μου έκαναν πολλά δώρα – ανάμεσα σ’ αυτά, αναπάντεχες συναντήσεις με “δασκάλους” που δεν ήταν δάσκαλοι αλλά κάτι πολύ πιο πολύτιμο, με “μαθητές”  που σε καμιά περίπτωση δεν ήταν μαθητές, με ομότεχνους σε μια τέχνη που δεν είναι τέχνη γιατί δεν χρειάζεται ούτε θεωρητική γνώση ούτε τεχνική, με εντός και εκτός εγγραμματοσύνης στοχαστές.

Έχουν εκδοθεί δεκαοκτώ δικά μου βιβλία (τρία από αυτά και σε μορφή audio), κι ένα σιντί με παραμύθια.

Βιογραφικό 2

“Ερχόμαστε από ένα αυγό πολύ μικρότερο από το κεφάλι μιας καρφίτσας, και κατοικούμε μια πέτρα που περιστρέφεται γύρω από ένα μικροσκοπικό αστέρι, που στο τέλος θα συντριβεί πάνω της.

Είμαστε όμως φτιαγμένοι από φως, πέρα από άνθρακα, οξυγόνο, σκατά, θάνατο και άλλα τινά, και τελικά βρισκόμαστε εδώ από τότε που η ομορφιά του σύμπαντος χρειάστηκε κάποιον να την κοιτάξει.”

Εντουάρντο Γκαλεάνο

Γεννήθηκα κοντά στη θάλασσα και λένε πως όποιος γεννιέται κοντά στη θάλασσα είναι πλασμένος από χώμα και θαλασσινό νερό. Αν τα παραπάνω είναι αλήθεια, τότε είμαι χώμα και θαλασσινό νερό σαν όλους όσοι γεννιούνται κοντά στη θάλασσα κι είμαι ακόμα φως, σκοτάδι, σκατά, όνειρα και ιστορίες σαν όλους -όπου κι αν γεννήθηκαν.

Πιστεύω πως η ζωή ξεκίνησε όταν απ΄ το σκοτάδι γεννήθηκε το φως και πως η αληθινή ζωή ξεκίνησε όταν ένας άνθρωπος -άντρας; γυναίκα;- αφηγήθηκε για πρώτη φορά την ομορφιά του κόσμου. Από τότε ως τώρα, όταν κάποιος λέει μια ιστορία από κείνες τις παλιές που τις λένε παραμύθια και μιλάνε για μονοπάτια που οδηγούν απ΄ το σκοτάδι στο φως, τον λένε παραμυθά, τον λένε αλλοπαρμένο, μπορεί γιατί είναι με τη μεριά της ζωής, με τη μεριά της αθωότητας, με τη μεριά του ήρωα ή της ηρωίδας που από τον πάτο του πηγαδιού σηκώνει το κεφάλι προς το φως.

Σε τι διαφέρουν από τους πολλούς αυτοί οι λίγοι αλλοπαρμένοι που λένε παραμύθια; Μήπως δεν είναι κανίβαλες Στρίγκλες; Είναι -σαν όλους. Μήπως δεν είναι γενναίοι Γιαννάκηδες; Είναι -σαν όλους. Η διαφορά βρίσκεται στο ότι ξέρουν ότι είναι ΚΑΙ Στρίγκλες ΚΑΙ Γιαννάκηδες, γιατί ΔΕΝ μπορούν να πούνε την ιστορία της Στρίγκλας και του Γιαννάκη, αν δεν το ξέρουν.

Το μεγάλο τους αμάρτημα; Συχνά είναι πολυλογάδες κι ακόμα πιο συχνά (πάντα;) αναζητώντας την αλήθεια, μπερδεύονται. Γι΄ αυτό είναι καταδικασμένοι να προσπαθούν να ξεμπερδέψουν το κουβάρι λέγοντας παραμύθια, δηλαδή ιστορίες που δεν σπαταλάνε τις λέξεις, κι άλλα παραμύθια κι άλλα κι άλλα, για να σώσουν την ψυχή τους.

Στη γλώσσα γουαρανί νιεε σημαίνει “λέξη”, αλλά και “ψυχή”. Οι ινδιάνοι Γουαρανί πιστεύουν πως όσοι λένε ψέματα ή σπαταλάνε τις λέξεις προδίδουν την ψυχή.

Στα μονοπάτια των παραμυθιών, οι ιστορίες είναι πέρα για πέρα αληθινές, όμως δεν ζούνε στον ορατό κόσμο -γίνονται ορατές μονάχα όταν κάποιος τις λέει με την καρδιά του και μονάχα την ώρα που τις λέει. Ύστερα, πετάνε και ψάχνουν άλλον να τις πει με την καρδιά του και να τις ζωντανέψει. Τα παραμύθια μοιάζουν με αγγέλους που μεταφέρουν φως κι αυτό το φως φωτίζει αλήθειες που κρύβονται στο χώμα και στο θαλασσινό νερό και στο θάνατο και στα σκατά και στα όνειρα.

Είμαι παραμυθού. Με τα παραμύθια τρέφομαι, μ΄ αυτά παρηγοριέμαι, μ΄ αυτά κοιμάμαι και μ΄ αυτά ξυπνάω, αναζητώντας ησυχία για να ξεπεράσω τις παγίδες της φασαρίας του κόσμου -του φόβου, της σαχλαμάρας, της ξιπασιάς, της ζητιανιάς αποδοχής, της όποιας ζητιανιάς- που καραδοκούν εντός μου και κάποιες φορές εκτός.